- Ἀντιφῶντος
- Ἀντιφώνmasc gen sgἈντιφῶνmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αντιφώντος, ζωγράφος του- — (αρχές 5ου αι. π.Χ.). Αττικός αγγειογράφος του ερυθρόμορφου ρυθμού, που άκμασε το πρώτο τέταρτο του 5ου αι. και στον οποίο αποδίδονται περίπου 75 αγγεία, τα περισσότερα από τα οποία ανακαλύφθηκαν στην Ετρουρία· ελάχιστα προέρχονται από την Αττική … Dictionary of Greek
ANTIPHON — quidam scripsit librum περὶ τῶ εν ἀρετῇ πρωτευσάντων, e quo Laertius Diogenes, l. 8. Pythagorae vitam illustrat. Citat eundem, sed περὶ τȏυ βίου τῶ εν ἀρετῇ πρωτευσάντων, Porphyrius, in Vita Pythagorae, et ex illo Cyrillus, l. 10. contra Iulianum … Hofmann J. Lexicon universale
αλιεύω — (Α ἁλιεύω) 1. είμαι αλιέας, ψαρεύω 2. πιάνω ο, τιδήποτε βρίσκεται μέσα στα νερά, στη θάλασσα νεοελλ. 1. αναζητώ πυρετωδώς, επιδιώκω, περισυλλέγω 2. φρ. «αλιεύει οπαδούς», «αλίευσε μαργαρίτες», δηλαδή χτυπητά ορθογραφικά λάθη, παρερμηνείες αρχ. 1 … Dictionary of Greek